Κυριακή 30 Ιουλίου 2017

Οἱ γονεῖς μου δὲν μὲ ἀκοῦν!


–Παππού, σκέφθηκα τί δῶρο θέλω γιὰ τὴ γιορτή μου!
–Εὐχαρίστως νὰ τὸ ἀκούσω, Νίκη! Τί σκέφτεσαι; Ἕνα καλύτερο κινητό, κάποιο παιχνίδι ἢ μήπως θέλεις νὰ σοῦ δώσω χρήματα νὰ ἀγοράσεις καινούργια ροῦχα;...
–Τίποτε ἀπὸ αὐτά, παππού. Κάτι ἄλλο θέλω. Ξέρεις τί;... Μιὰ γάτα!
–Γάτα!... Ἐσὺ δὲν εἶχες ποτὲ κάποιο ζωάκι γιὰ νὰ φροντίζεις. Κι εἶσαι ἤδη στὴν Γ΄ Γυμνασίου. Θὰ μπορεῖς νὰ ἀφιερώνεις χρόνο γιὰ νὰ προσέχεις τὴ γατούλα ποὺ θέλεις;...
–Χρόνο;... Ὅσο θέλεις θὰ τῆς δώσω. Ἔχω τόσα πολλὰ νὰ τῆς πῶ!
–Σὲ ποιόν;... Στὴ γάτα;
–Ναί, παππού. Ἐσὺ δὲν μένεις ἐδῶ. Σὲ ποιὸν νὰ μιλήσω;
–Στοὺς γονεῖς σου, παιδί μου. Δὲν μιλᾶς μὲ τοὺς γονεῖς σου;
–Βεβαίως καὶ τοὺς μιλάω. Ἀλλὰ δὲν μὲ ἀκοῦνε. Τοὺς λέω κάτι κι ἐκεῖνοι ἀρχίζουν τὸ δικό τους «τροπάριο»: ἡ μαμὰ πάντα μὲ διορθώνει κι ὁ μπαμπὰς θυ­μᾶται ἱστορίες ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια. Μιὰ φορὰ δὲν ἔχω καταλάβει νὰ μὲ ἔχουν ἀκούσει. Πάντοτε ἔχουν νὰ ποῦν κάτι... Κατάλαβες, παππού, γιατί θέλω τὴ γάτα; Αὐτὴ τουλάχιστον θὰ μὲ ἀκούει καὶ δὲν θὰ μιλάει. Τί λές, λοιπόν;... Θὰ μοῦ κάνεις αὐτὸ τὸ δῶρο στὴ γιορτή μου;...
Ἔμεινε σκεφτικὸς ὁ παππούς. Δὲν τὸν ἀπασχολοῦσε ποῦ θὰ ἔβρισκε γάτα. Αὐτὸ ἦταν εὔκολο. Ἐκεῖνο ποὺ σκεπτόταν ἦταν πῶς θὰ μποροῦσε νὰ βοηθήσει τοὺς γονεῖς νὰ μάθουν νὰ ἀκοῦν καὶ νὰ συζητοῦν μὲ τὴν κόρη τους.

***

Δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ἀκοῦμε τοὺς ἄλ­λους. Ἔχουμε συνηθίσει νὰ μιλᾶμε. Πο­λὺ περισσότερο δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ἀ­κοῦμε τὰ παιδιά μας.
Τὸ αἴτημα τῆς νεαρῆς ἐφήβου ποὺ ἀ­ναφέραμε προηγουμένως, φανερώνει τὴν ἀδυναμία πολλῶν γονέων νὰ ἐπικοινωνοῦν ἀκόμη καὶ μὲ τὰ ἴδια τους τὰ παιδιά. Κι ὅμως, εἶναι τόσο ἀπαραί­τητο νὰ κτίσουμε γέφυρες ἐπικοινωνίας! Τὰ παιδιά, καὶ μάλιστα οἱ ἔφηβοι, αἰ­σθάνον­ται τὴν ἀνάγκη νὰ ἐκφράζουν τὶς σκέψεις καὶ τὰ συναισθήματά τους, νὰ μοιραστοῦν τὶς ἀνησυχίες καὶ τοὺς φόβους τους, νὰ λάβουν ἀπαντήσεις στὶς ἀπορίες καὶ τοὺς προβληματισμούς τους. Εἶναι πολὺ σημαντικὸ λοιπὸν νὰ σταθεῖ κάποιος κοντά τους καὶ νὰ τοὺς ἀκούσει μὲ κατανόηση καὶ συγκατάβαση, μὲ ὑπομονὴ καὶ ἀγάπη.
Τὸ ἐρώτημα εἶναι κατὰ πόσο ἐμεῖς εἴμαστε σὲ θέση νὰ τοὺς ἀκούσουμε... Ἡ ἀπάντηση δὲν εἶναι εὔκολη. Κάποια λάθη ποὺ κάνουμε συχνά, δυσκολεύουν ἢ ἀκόμη καὶ ματαιώνουν κάθε προσπάθεια ἐπικοινωνίας. Τί μποροῦμε λοιπὸν νὰ κάνουμε γιὰ νὰ δώσουμε στὰ παιδιὰ τὴν ἄνεση νὰ μᾶς μιλοῦν;...
Πρῶτα ἀπ’ ὅλα νὰ δείξουμε στὰ παιδιὰ τὸ εἰλικρινές μας ἐνδιαφέρον γιὰ τὰ προβλήματά τους. Τὰ παιδιὰ ἔχουν αὐξημένη παρατηρητικότητα καὶ μποροῦν νὰ καταλάβουν πόσο τὰ προσέ­χουμε. Ἂν τὴν ὥρα ποὺ μᾶς μιλοῦν, ἐ­μεῖς σκεπτόμαστε τὶς ὑποθέσεις μας ἢ ἀσχολούμαστε μὲ ἄλλες δουλειές, τὸ βλέπουν καὶ πληγώνονται. Ἀλήθεια, οἱ ἀτελείωτες ἐργασίες μας εἶναι πιὸ σημαντικὲς καὶ ἐπείγουσες ἀπὸ τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ μας ποὺ θέλει κάπου νὰ ἀκουμπήσει καὶ νὰ στηριχθεῖ;... Ἐπιτέλους, ἂς ἀφήσουμε γιὰ λίγο στὴν ἄκρη τὸν ἑαυτό μας καὶ τὰ προβλήματά μας. Ἀκόμη κι ἂν τὸ θέμα ποὺ ἀπασχολεῖ τὸ παιδί μας, μᾶς θυμίζει δικά μας προσω­πικὰ βιώματα, ἂς μὴ μιλήσουμε γι’ αὐτά. Αὐτὲς οἱ στιγμὲς τῆς ἐπικοινωνίας τοῦ ἀνήκουν ὁλοκληρωτικά. Ὁ ἔφηβος θέλει νὰ ἐκφραστεῖ καὶ νὰ πεῖ αὐτὸ ποὺ νιώθει. Οἱ δικές μας ἀναμνήσεις μποροῦν νὰ περιμένουν γιὰ ἄλλη φορά.
Πολὺ σημαντικὸ εἶναι ἐπίσης νὰ μὴν ἐκφραζόμαστε μὲ ἀπόλυτο τρόπο, ἀκόμη κι ἂν εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ἐκπροσωποῦμε τὴν ὀρθὴ ἄποψη. Δὲν χρειάζεται νὰ βιαζόμαστε γιὰ νὰ ἐπιβάλουμε αὐτὸ ποὺ ἐμεῖς θεωροῦμε σωστό. Ὅταν μᾶς ρωτοῦν τὰ παιδιὰ ἂν ἐπιτρέπεται τὸ α ἢ τὸ β, καλὸ εἶναι νὰ μὴν ἀπαντοῦμε ἀμέσως. Μποροῦμε ἄλλωστε νὰ ρωτήσουμε: «Ἡ δική σου γνώμη ποιὰ εἶναι;»... Εἶναι καλύτερο νὰ ἐπαναλάβουμε μία δική τους παρατήρηση παρὰ νὰ δώσουμε μία ἕτοιμη ἀπάντηση. Οἱ ἔφηβοι ἔχουν κριτικὴ σκέψη. Ἂς τοὺς βοηθήσουμε λοιπὸν μὲ τὴ διακριτική μας καθοδήγηση νὰ ἀνακαλύψουν οἱ ἴδιοι ὅ,τι εἶναι σωστὸ καὶ ὠφέλιμο. Βέβαια αὐτὸ μπορεῖ νὰ χρειαστεῖ χρόνο ἢ νὰ ὁδηγήσει προσωρινὰ σὲ λάθος ἐπιλογές. Ἂς μὴν τρομάζουμε γι’ αὐτό. Τὰ λάθη μποροῦν νὰ γίνουν σπουδαία ἀφορμὴ γιὰ αὐτοκριτικὴ καὶ ἀναθεώρηση.
Τέλος, γιὰ νὰ διατηρεῖται ἡ ἐπικοινωνία μας μὲ τὰ παιδιὰ ὀφείλουμε νὰ καλλιεργοῦμε κλίμα ἐμπιστοσύνης καὶ ὄχι τρομοκρατίας. Γιὰ παράδειγμα, ἂν τὸ παιδὶ μᾶς ἀναφέρει κάποια παράβασή του καὶ ἡ πρώτη μας ἀντίδραση εἶναι τοῦ τύπου «αὐτὸ δὲν τὸ περίμενα ἀπὸ ἐσένα», «ἀπορῶ πῶς ἔκανες τέτοια ἀνοησία» ἢ ἄλλες ἀπαξιωτικὲς ἐκφράσεις, εἶναι βέβαιο ὅτι στὸ ἑξῆς θὰ διστάζει νὰ ὁμολογεῖ τὰ σφάλματά του καὶ θὰ κλείνεται ὅλο καὶ περισσότερο στὸν ἑαυτό του. Ἀντίθετα τὸ παιδὶ θὰ συνεχίσει νὰ μᾶς ἐμπιστεύεται, ἂν ὁ πρῶτος μας λόγος εἶναι ἐνθαρρυντικός: «Θέλω πρῶτα νὰ σὲ ἐπαινέσω γιατὶ εἶχες τὸ θάρρος νὰ ὁμολογήσεις τὸ λάθος σου». Ξεκινώντας ἔτσι, στὴ συνέχεια μποροῦμε νὰ συζητήσουμε γιὰ τὶς συν­έπειες ἀπὸ τὴν ὅποια ἐκτροπὴ καὶ νὰ τὴν ἀποδοκιμάσουμε. Αὐτὸ μᾶς συμβουλεύει καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ὡς ἔμπειρος παιδαγωγός: Νὰ κάνουμε διάλογο «μετ’ ἐπιεικείας καὶ πολλῆς τῆς πραότητος» (ΕΠΕ 30, 462).
Εἰδικὰ στὰ μεγαλύτερα παιδιὰ εἶναι σημαντικὸ νὰ στεκόμαστε μὲ σεβασμὸ στὰ ὅρια ἐκείνων ποὺ μᾶς ἐμπιστεύον­ται καὶ νὰ μὴν προχωροῦμε σὲ ἀδιάκριτες ἐρωτήσεις, οὔτε νὰ τὰ αἰφνιδιάζουμε ἀποκαλύπτοντας ὅτι ἐμεῖς γνωρίζουμε καὶ αὐτὰ ποὺ δὲν μᾶς εἶπαν.
Τελικὰ αὐτὸ ποὺ ἔχουν ἀνάγκη τὰ παιδιὰ εἶναι ἡ ἀγάπη. Κι ἕνας τρόπος νὰ ἐκφράσουμε τὴν ἀγάπη μας ἀπέναντί τους εἶναι νὰ ἀφιερώνουμε χρόνο γιὰ νὰ τὰ ἀκούσουμε. Ἂς τὰ ἀφήσουμε νὰ μᾶς μιλήσουν. Ἔχουν τόσα πολλὰ νὰ μᾶς ποῦν!

Πηγή: (Περιοδικό "Ὁ Σωτήρ", τ. 2159, 15 Ἰουλίου 2017), Ὁ Σωτήρ