Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2013

Γνώρισε τον εαυτό σου πριν από όλα, διότι τίποτα δεν είναι δυσκολότερο από το να γνωρίσεις τον εαυτό σου


- Ὅσο ξέρω τόν ἑαυτό μου τόσο ξέρω καί τούς ἄλλους

«Ὅπως σημειώνει ὁ Rattner «Ἀπό ἕναν ἄλλο ἄνθρωπο καταλαβαίνει κανείς μόνο τόσα, ὅσα γνωρίζει γιά τόν ἑαυτό του. Ἡ γνώση συνδέεται μέ τήν αὐτογνωσία».

Στό βαθμό πού ὁ θεολόγος καί ὁ ποιμένας δέ διαθέτει αὐτογνωσία καί «νήψη» πνευματική ἀφήνεται ἕρμαιο τοῦ ἀσυνηδείτου. Πολύ συχνά οἱ ἀνθρώπινες σχέσεις καθορίζονται ἀπό τό ἀσυνείδητο. Στήν ἀσκητική παράδοση ἡ ὅλη πνευματική ζωή βασίζεται σέ μεγάλο βαθμό στήν αὐτογνωσία:

«Αὐτός πού γνωρίζει τόν ἑαυτό του, ἔλαβε τήν γνώση τῶν πάντων. Διότι τό νά γνωρίζει κανείς τόν ἑαυτό του, εἶναι ἡ ὁλοκλήρωση τῆς γνώσης τῶν πάντων.
(Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος).

Τό ἐρώτημα εἶναι πόσοι ἀπό τούς χριστιανούς καθοδηγούμαστε στά χνάρια αὐτῆς τῆς παράδοσης, ἡ ὁποία βοᾶ: «Γνώρισε τόν ἑαυτό σου πρίν ἀπό ὅλα, διότι τίποτα δέν εἶναι δυσκολοτερο ἀπό τό νά γνωρίσεις τόν ἑαυτό σου, τίποτα ἐπιπονότερο, τίποτα κοπιαστικότερο. Ὅταν ὅμως γνωρίσεις τόν ἑαυτό σου, τότε θά μπορέσεις νά γνωρίσεις καί τό Θεό καί νά ἐξετάσεις μέ τό λογισμό τά κτίσματα, ὅπως ταιριάζει». (Ὁσίου Νείλου τοῦ Ἀσκητοῦ)

Ἰσχύει ὅ,τι λέει ὁ Jung γιά τό φαινόμενο τῆς προβολῆς γενικά. Κατά τόν ἐλβετό ψυχίατρο: «κατανοοῦμε τούς ἄλλους στό μέτρο πού ζητᾶμε νά κατανοήσουμε ἐμᾶς τούς ἴδιους. Ὅ,τι δέν κατανοοῦμε σέ μᾶς, δέν μποροῦμε νά τό κατανοήσουμε στούς ἄλλους. Ἔτσι ἡ εἰκόνα τοῦ ἄλλου εἶναι ὡς ἐπί τό πλεῖστον ὑποκειμενική» (Ἰωάννου Κορναράκη, Ἡ νεύρωση ὡς «Ἀδαμικό πλέγμα» σέλ. 113)

«Τίποτα δέν μπορεῖ νά κάνει τήν ψυχή τόσο εὐσεβῆ καί ἐπιεικῆ καί ἤπια, ὅσο ἡ διαρκής ἀνάμνηση τῶν ἁμαρτημάτων μας»
(Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ἀνθρωπολογία,Χαρώνη Βασιλίου ἀριθμ. κείμ. 1381)

- Νά καθρεπτίζουμε τόν ἑαυτό μας στούς ἄλλους
- Γέροντα, εἶναι καλύτερα νά βρίσκει κανείς μόνος του τά ἐλαττώματά του ἤ νά τοῦ τά λένε οἱ ἄλλοι;
- Καλό εἶναι νά ψάχνει νά τά βρίσκει μόνος του, ἀλλά καί, ὅταν τοῦ τά λένε, νά μήν ἀντιδρά• νά τό δέχεται μέ χαρά. Γιατί μπορεῖ νά νομίζει ὅτι βλέπει τόν ἑαυτό του, ἀλλά νά τόν βλέπει ὅπως θά ἤθελε νά εἶναι καί ὄχι ὅπως εἶναι στήν πραγματικότητα.
- Γέροντα, οἱ ἄλλοι τόν βλέπουν καλύτερα τόν ἑαυτό μου;
- Μόνος του κανείς μπορεῖ, ἄν θέλει, νά δεῖ καλύτερα τόν ἑαυτό του. Δηλαδή, μπορεῖ νά ἐντοπίσει καλύτερα μιά ἀντίδρασή του, ἕνα σφάλμα τοῦ κ.λπ. καί νά βρεῖ ἀπό ποιά αἴτια προῆλθε, ἐνῶ ὁ ἄλλος βγάζει συμπεράσματα ἀπό ὑποθέσεις πού κάνει.
- Μπορεῖ, Γέροντα, νά προσπαθεῖ κανείς νά δεῖ τόν ἑαυτό τοῦ ὅπως εἶναι καί νά μή τόν βλέπει;
-Ναί, ἄν μέσα στήν προσπάθεια τοῦ αὐτή ὑπάρχει ὑπερηφάνεια, δέν μπορεῖ νά δεῖ τόν πραγματικό του ἑαυτό.
Ὁ ἄνθρωπος βλέπει καλύτερα τόν ἑαυτό του, ὅταν τόν καθρεφτίζει στούς ἄλλους. Μέχρι νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά πάθη, πρέπει νά καθρεφτίζουμε τόν ἑαυτό μας στά κουσούρια τοῦ ἄλλου καί νά ἐξετάζουμε ποῦ βρισκόμαστε ἐμεῖς. Ἄν δοῦμε λ.χ. στόν ἄλλον ἕνα ἐλάττωμα, ἀμέσως νά ποῦμε: «γιά νά δῶ, μήπως τό ἔχω κι ἐγώ;» καί ἄν τό ἔχουμε, νά ἀγωνισθοῦμε νά τό κόψουμε.
- Καί, ἄν Γέροντα, μοῦ λέει ὁ λογισμός ὅτι δέν ἔχω αὐτό τό ἐλάττωμα, τί νά λέω;
- Νά λές: «Ἐγώ ἔχω ἄλλα μεγαλύτερα• αὐτό εἶναι πολύ μικρό σέ σχέση μέ τά δικά μου». Γιατί μπορεῖ καμιά φορᾶ νά εἶναι μικρότερά τα δικά σου ἐλαττώματα, ἀλλά νά ἔχεις λιγότερα ἐλαφρυντικά. Ἄν ἐξετάζει κανείς ἔτσι τόν ἑαυτό του, βλέπει ὅτι αὐτός ἔχει μεγαλύτερα κουσούρια ἀπό τόν ἄλλο. Ὕστερα βλέπει καί τίς ἀρετές τοῦ ἄλλου. «Γιά νά δῶ, λέει, ὑπάρχει σέ μένα αὐτή ἡ ἀρετή;  Ὄχι. Πῶ πῶ! πόσο μακριά εἶμαι ἀπό ἐκεῖ πού ἔπρεπε νά βρίσκομαι!».
Ὅποιος ἐργάζεται ἔτσι, ἀπό ὅλα βοηθιέται. ἀλλοιώνεται μέ τήν καλή ἔννοια καί τελειοποιεῖται. Ὠφελεῖται ἀπό τούς ἁγίους, ὠφελεῖται ἀπό τούς ἀγωνιστές, ὠφελεῖται ἀκόμη καί ἀπό τούς κοσμικούς. Γιατί, ἄν δεῖ ἕναν κοσμικό λ.χ. νά μήν ὑπολογίζει τόν ἑαυτό του, νά θυσιάζεται, λέει: «αὐτό τό φιλότιμό το ἔχω ἐγώ; δέν τό ἔχω, καί εἶμαι καί πνευματικός ἄνθρωπος!» ὁπότε προσπαθεῖ νά τόν μιμηθεῖ. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε νά κάνουμε πολλή δουλειά.
(Παϊσίου γέροντος Λόγοι Γ σέλ.142-143)    

«Ὁ διάσημος Γάλλος ἱεροκήρυκας Μασσιγιόν (1661-1742) ζωγράφιζε θαυμάσια στίς ὁμιλίες τοῦ τά ἀνθρώπινα πάθη. Κάποιος μιά μέρα τόν ρώτησε:
- Πάτερ, πῶς συμβαίνει ἐσεῖς, ἕνας μοναχός, ποῦ δέν ἔχετε καθόλου πείρα ἀπό τίς ἀβύσσους τῆς ἀνθρώπινης κακίας, νά γνωρίζετε τόσο καλά ὅλες τίς περιπτώσεις της;
Κι ὁ Μασσιγιόν τοῦ ἀποκρίθηκε:
- Τίς βρίσκω ὅλες μέσα μου. Λίγο νά σκάψω στήν καρδιά μου, συναντῶ ἐκεῖ μέσα τους σπόρους ὅλων των κακιῶν».